Πάω να βρω εκείνη. Δεν φαντάζεσαι πόσο μου έχει λείψει. Τα βράδια στα όνειρα μου κάνουμε ταξίδια στον κόσμο της. Και είναι όμορφα, ακούς; Καθόλου λυπημένα και νοσταλγικά. Είναι απλά ανέμελα. Είσαι κι εσύ εκεί πάντα. Δεν μου κρατάς το χέρι, αλλά το αισθάνομαι πως είσαι εκεί. Χτές το βράδυ, λίγο πριν ανοίξω τα μάτια μου, κάναμε βόλτα κάτω απο ενα καταρράκτη. Και ξέρεις κάτι; Σε είδα εκεί που έσκαγε με ορμή το νερό. Είδα το πρόσωπο σου, τόσο αλλόκοτο, εκεί που το φως δίνει στον αφρό χίλια χρώματα. Και μόλις με κοίταξες μου φάνηκες πως πήρες πάλι τη γνωστή σου έκφραση. Να ξέρεις, δεν είπα τίποτα σε εκείνη. Δεν θέλω να με περάσει για τρελή. Άλλωστε σε αυτά τα όνειρα δεν έχουν θέση οι ζωντανοί, αυτοί που έχουν ακόμα πολλά να δώσουν. Θέλω μόνο να μου υποσχεθείς κάτι αγαπημένε μου Δημήτρη. Να αγαπάς την Ελένη τόσο πολύ, που να μη της λείπω ούτε λεπτό, ούτε δευτερόλεπτο. Άλλωστε, αγάπησες εμένα, κι εκείνη είναι κομμάτι μου. Μεγάλο κομμάτι μου. Η ίδια η μισή η ζωή μου. Και η άλλη μισή είσαι εσύ. Θέλω μόνο να χαμογελάς. Έτσι μου είπε η Αγγελική να σε συμβουλεύσω στο ονειρό μου... Μακάρι να σε είχε γνωρίσει ακριβέ μου. Τότε θα ήταν όλα αλλιώτικα. Μακάρι να μπορούσα να μείνω. Και τότε όλα αλλιώτικα θα ήταν. Δεν πηγαίνω όμως πολύ μακριά... Δίπλα σου θα είμαι και θα σε στηρίζω ό,τι κι αν κάνεις, ακόμα κι αν δεν μου αρέσει, εγω θα είμαι πάντα στο πλάι σου και θα σε φυλάω, το υπόσχομαι αυτό.
Άδικη και παράξενη μοίρα, πάντα ήσουν σκληρή μαζί μου και μου φύλαξες το τελευταίο σου δύσκολο χαρτί για αυτό εδώ το τέλος. Να ξέρεις κάτι θέλω μοναχά. Αυτή εδώ την ώρα που σου γράφω δεν πονώ. Και ξέρεις το γιατί; Γιατί σκέφτομαι εσένα, και εκείνη, μαζί απο το χέρι, και χαμογελάω. Πώς είναι δυνατόν να μη χαμογελάω βλέποντας τα μελαγχολικά πανέμορφα μάτια σου, και τα γλυκά ρόζ μάγουλα της; Είναι στιγμές που τρομάζω για εκεί που πάω. Μα ο θάνατος δεν είναι επίπονος. Δεν πονάει. Έτσι μου είπε και εκείνη στο όνειρο μου ενα βράδυ, καταλαβαίνοντας αυτή μου την αγωνία. Και εγώ γέλασα τότε δυνατά, τόσο πολύ, που η γυναίκα δίπλα μου με σκούντησε στον ύπνο μου, νομίζοντας ότι φώναζα απο τον πόνο. Και άνοιξα τα μάτια με ένα τεράστιο χαμόγελο. Αχ πόσο απόρησε τότε. Με κοίταξε σαν το πιο παράξενο πλάσμα όλου του κόσμου. Και με αυτή τη ματιά που απεχθάνομαι. Της συμπόνιας.
Ποτέ δεν δέχτηκα τα συμπονετικά βλέμματα. Σε ολόκληρη τη ζωή μου τα απεύφευγα. Και μετά απεύφευγα και όλους εκείνους στους οποίους κινδύνευα να ρίξω ενα τέτοιο βλέμμα. Ναι, ήμουν φυγόπονη. Ακόμα είμαι. Τώρα που σου γράφω κοιτάζω το παράθυρο απέναντι. Ο ουρανός έχει σύννεφα. Το καλοκαίρι κάνει τα τσαλίμια του. Ή απλά πενθεί κι εκείνο το χαμό μου με λίγο σκιά στον ήλιο που πάντοτε αγαπούσα...
Λατρευτέ μου, να την αγαπάς, και να την προσέχεις, μόνο αυτή την ευχή κάνω και όλα τα υπόλοιπα ξέρω πως θα συμβούν, γιατί πρέπει να συμβούν...
Και εσύ να προσέχεις, και πάνω απο όλα να ζεις. Τα δάκρυα που θα πέφτουν απο τα μάτια σου θέλω να στεγνώσουν γρήγορα και να γίνουν χαμόγελο. Κι όταν κι εκείνη μεγαλώσει, θέλω να δει αυτό το γράμμα. Για να δει πως αυτοί που αγάπησαν και αγαπήθηκαν, δεν πεθαίνουν ποτέ. Έχουν την εξαιρετική αυτή ιδιότητα να γίνονται αθάνατοι. Αρκεί να βρεθεί κάποιος να τους διδάξει την αγάπη... Σε ευχαριστώ για όλα τα μαθήματα, σε ευχαριστώ που με έκανες αθάνατη. Θα σε αγαπάω ακόμα κι όταν δεν θα υπάρχω, και θα το νιώθεις. Να ζεις! Στους γονείς μου να πεις όλη την αλήθεια. Και στις φίλες μου, δεν αξίζει να πονούν διπλά. Τα αφήνω πάνω σου όλα. Κανονικά θα έπρεπε να γράψω απο ενα γράμμα σε όποιον αγάπησα στη ζωή μου, σε εκείνες, στον πατέρα μου, σε όλους. Αλλά αυτό αγαπημένε μου, θα έκανε το γράμμα που στέλνω για τη δική σου αγάπη πιο φτωχό. Και εγώ θέλω να είναι μοναδικό. Όπως εσύ. Όπως μοναδικά σε λάτρεψα."
Το κορίτσι στο οποίο δίδαξες την αγάπη,
η Άννα σου.
Δίπλωσε το χαρτί στα τέσσερα και το έκρυψε στο στήθος της. Το δωμάτιο ήταν άδειο. Μονάχα οι ανοιχτές κουρτίνες έμεναν να της θυμίζουν την παρουσία ανθρώπινου χεριού στο χώρο της. Κοίταξε αυτό το επίμονο σύνεφο που συνέχιζε να κρύβει τον μεγάλο ήλιο του Αυγούστου. Πόσο ενοχλητικό, σκέφτηκε. Ακούμπησε με τα δύο της χέρια το χαρτί στο στήθος της. Το είχε κρύψει προσεκτικά κάτω απο την ανοιχτή την ρόμπα. Και τότε άρχισε να το πιέζει με μανία πάνω στο δέρμα της, μέχρι που ένιωσε πόνο. Τον είχε συνηθίσει πλεόν όμως τον πόνο και δεν της προξενούσε καμία κακιά εντύπωση. Συνέχισε να πίεζει το λευκό χαρτί κλείνοντας τα μάτια της για να αντέξει. Τελικά σταμάτησε. Άλλωστε, εκείνα τα οποία έγραφε ήταν ντυμένα με ακόμα μεγαλύτερο πόνο. Πόσος ακόμα να χωρούσε σε μια σελίδα χαρτί;
Και άνοιξε τα μάτια της. Λένε πως όταν πεθαίνεις, ολόκληρη η ζωή σου περνάει μπροστά σου, καρέ-καρέ, εικόνες. Ψέμματα είναι. Απλά την ξαναζείς απο την αρχή σε ένα παράλληλο σύμπαν. Ανοίγεις τα μάτια σου ορθάνοιχτα καθώς η ψυχή σε εγκαταλείπει μόνο και μόνο για να ζήσεις όλες εκείνες τις στιγμές χωρίς να χάσεις τίποτα. Και απλά τα ζείς...Όλα, ανεξαιρέτως.
η Άννα σου.
Δίπλωσε το χαρτί στα τέσσερα και το έκρυψε στο στήθος της. Το δωμάτιο ήταν άδειο. Μονάχα οι ανοιχτές κουρτίνες έμεναν να της θυμίζουν την παρουσία ανθρώπινου χεριού στο χώρο της. Κοίταξε αυτό το επίμονο σύνεφο που συνέχιζε να κρύβει τον μεγάλο ήλιο του Αυγούστου. Πόσο ενοχλητικό, σκέφτηκε. Ακούμπησε με τα δύο της χέρια το χαρτί στο στήθος της. Το είχε κρύψει προσεκτικά κάτω απο την ανοιχτή την ρόμπα. Και τότε άρχισε να το πιέζει με μανία πάνω στο δέρμα της, μέχρι που ένιωσε πόνο. Τον είχε συνηθίσει πλεόν όμως τον πόνο και δεν της προξενούσε καμία κακιά εντύπωση. Συνέχισε να πίεζει το λευκό χαρτί κλείνοντας τα μάτια της για να αντέξει. Τελικά σταμάτησε. Άλλωστε, εκείνα τα οποία έγραφε ήταν ντυμένα με ακόμα μεγαλύτερο πόνο. Πόσος ακόμα να χωρούσε σε μια σελίδα χαρτί;
Και άνοιξε τα μάτια της. Λένε πως όταν πεθαίνεις, ολόκληρη η ζωή σου περνάει μπροστά σου, καρέ-καρέ, εικόνες. Ψέμματα είναι. Απλά την ξαναζείς απο την αρχή σε ένα παράλληλο σύμπαν. Ανοίγεις τα μάτια σου ορθάνοιχτα καθώς η ψυχή σε εγκαταλείπει μόνο και μόνο για να ζήσεις όλες εκείνες τις στιγμές χωρίς να χάσεις τίποτα. Και απλά τα ζείς...Όλα, ανεξαιρέτως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου