Πάντοτε αγαπούσα τους κακούς.
Ήταν μια συνήθεια ακούσια.
Όπως ο ήλιος που βγαίνει πάντοτε απο την ανατολή.
Τόσο συνηθισμένη και βατή.
Και τους καλούς;
Τους καλούς ήξερα να τους εμπαίζω.
Και να στραγγίζω όλη τους την κακία, όση είχαν, αν είχαν.
Τους λάτρευα τους κακούς.
Γιατί είχαν ατέρμονη μαγεία.
Και γιατί δεν ήξερα.
Και η άγνοια ήτανε πάντοτε το αφροδισιακό μου.
Να αγαπήσω;
Να ερωτευτώ;
Τους ρώτησα. Ακόμα τους ρωτάω.
Και ακόμα μόνη μου είμαι...
Με τους κακούς πίσω και γύρω μου.
Νιώθω τόσο απίστευτα μόνη και παράλληλα ατέλειωτα περικυκλωμένη. Και το μυαλό μου είναι άδειο. Και απο καλούς. Και απο κακούς. Έφυγαν όλοι όπως ήρθαν.
Μα θα ξανάρθουν δεν ανησυχώ.
Και πάλι τους κακούς θα αγαπήσω, και με τους καλούς θα παίξω.
Είναι η ατέλειωτη μοίρα μου.
Να αγαπώ εκείνον που με πονά.
Μα δεν πονώ πλέον. Γιατί δεν αγαπώ. Γι αυτό απλώς αργοπεθαίνω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου