Κυριακή 28 Μαρτίου 2010
Δυσανεκτική άνοιξη
Και ποιός να εκτιμήσει πια τη νύχτα;
Ποιός ακόμα χαίρεται με τα σκοτάδια;
Κάποτε μου άρεσε το ίχνος του
φεγγαριού πάνω στο νερό.
Το ακολουθούσα με την αφή.
Και κολυμπούσα τρυφερά
να φτάσω στην κορυφή.
Ήμουν αφελής.
Τώρα πια δεν μπορώ να μείνω
μακριά απο τα χρώματα.
Τα πράσινα των φύλλων,
τις μέλισσες με τις κίτρινες ρίγες τους,
το μπλέ που αφρίζει άσπρο
κατα τόπους.
Τώρα χιλιάδες αχτίδες τριγύρω.
Μα τώρα γνωρίζω.
Κι αν δεν ζούσα την πρώτη
μου άνοιξη μακριά σου,
δε θα βγαινα ποτέ απο το σκοτάδι.
Έφυγες και άφησες πληγές
με τα ράμματα.
Έφυγες μόνο για να με αφήσεις μοναχό,
ματωμένο, να κοιτάζω
το κόκκινο αίμα μου,
κάτω απ' τον ήλιο και να χαίρομαι.
Πόση ζωή αγαπημένη,
μέσα απο ενα θάνατο γέννησες;
Πώς κατάφερες να σου δώσω
το χέρι μου;
Ποτέ δε θα το καταλάβω.
Μια μέλισσα τρυπάει
με το κεντρί της την πληγή μου.
Μα ξέρεις κάτι;
Δεν πονάω. Δεν πονάω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου