Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Τα παιδιά της γειτονιάς




Η γειτονιά ήταν από νωρίς το πρωί σήμερα στο πόδι. Στις πέντε ακριβώς χτύπησε το κουδούνι. Η μητέρα έτρεξε σαν τρελή να ανοίξει φορώντας την μπλούζα της ανάποδα. Είχε αρχίσει να τα χάνει κι αυτή σιγά σιγά, μεγάλη γυναίκα. Τι έγινε; Η γειτόνισσα έκλαιγε γοερά. Κάθισε στα σκαλοπάτια του σπιτιού μας και ο σκύλος άρχισε να γλύφει διστακτικά τις παντόφλες της. Κανονικά θα σιχαινόταν μια τέτοια κίνηση. Μισούσε οτιδήποτε είχε τρίχα και γάβγιζε. Σήκωσε όμως το χέρι της και τον χάιδεψε με τόση ευγνωμοσύνη σαν να της είχε κάνει το καλύτερο κομπλιμέντο του κόσμου. Η κυρα Φιλιώ είχε έρθει να μας πει ότι ο κύριος Νίκος, που έμενε ακριβώς δίπλα από αυτή κρεμάστηκε από τον πολυέλαιο του σαλονιού. Είχε τρία παιδιά και μια αξιαγάπητη γυναίκα. Από αυτές τις ευτραφείς που έχουν πάντα κάποιο γλυκό στο σπίτι και όταν πήγαινες σου έβαζαν και για το δρόμο. Οι τρείς γιοί του πηγαίνουν ακόμα στο σχολείο. Η μάνα μου τα άκουγε όλα σιωπηλά. Στο τέλος αγκάλιασε την κυρα Φιλιώ. Εγώ βγήκα θυμωμένη απο το δωμάτιο έτοιμη να διαλύσω ότι εμπόδιο έβρισκα μπροστά μου.
Ο κύριος Νίκος ήταν απλώς ενας κύριος Νίκος. Ιδιωτικός υπάλληλος σε μια εταιρία που έκλεισε πέρυσι. Απο τότε τον θυμάμαι να χαζεύει απο το μπαλκόνι του σπιτιού την απέναντι οικοδομή που χτιζόταν. Πολυτελείς μεζονέτες προσεχώς. Τα παιδιά του ήταν τα πιο διαβαστερά παιδιά της γειτονιάς. Ο Φάνης ο μεγάλος σημαιοφόρος. Χτές το μεσημέρι τον πέτυχα να γυρίζει απο το σχολείο κρατώντας τις φωτοτυπίες ανα χείρας. Έχει πολύ μέλλον ο Φάνης. Είχανε πει ότι θα τον έστελναν στο εξωτερικό να σπουδάσει μόλις τελειώσει το λύκειο. Ο Φάνης έχει ξανθά μαλλιά και φακίδες. Σέρνει λιγάκι στην προφορά το ρό, αλλά αυτό δε μας αφορά. Θέλει να γίνει αρχιτέκτονας και να ασχολείται με δομικά έργα. Μικροί στη γειτονιά όταν παίζαμε, ήθελε πάντα να είναι αρχηγός. Κουβαλούσε πάντοτε μια μικρή πένσα. Δεν κατάλαβα ποτέ αυτή τη συνήθεια αλλά του άρεσε να διορθώνει πράγματα. Μια φορά έπλενα το αμάξι στο δρόμο και ήρθε και με βοήθησε. Μου διόρθωσε και τη μικρή απόκλιση που είχε ο ένας υαλοκαθαριστήρας. Όταν φτιάχναμε το σπίτι μας είχε πει πως ο ανατολικός τοίχος ήθελε ακόμα ενα παράθυρο. Όταν τελείωσε το σπίτι όντως χρειαζόταν άλλο ένα παράθυρο στον ανατολικό τοίχο.
Ο Γρηγόρης είναι ο μεσαίος. Έχει ανοιχτά μαλλιά και σκούρα μάτια. Τον Γρηγόρη σπάνια να τον πετύχεις στις καλές του. Κυκλοφοράει πάντοτε με τα πόδια ακούγοντας μουσική. Μέχρι πρόσφατα τον νόμιζα για πολύ αντιπαθητικό τύπο. Μέχρι που μια μέρα περνώντας έξω απο το σπίτι τον άκουσα να παίζει πιάνο. Ο Γρηγόρης θέλει να γίνει μουσικός. Τον κάλεσα σπίτι και του δάνεισα κάποια απο τα μουσικά βιβλία μου. Δε μου τα επέστρεψε και ούτε τα θέλω, αυτός ξέρει να τα χειριστεί καλύτερα και να τα απογειώσει. Είχαμε πει να τραγουδήσουμε μαζί στη γιορτή του σχολείου τον Οκτώβριο. Αμα τον δώ θα τον ρωτήσω. Έμαθα ότι θέλει να σπουδάσει μουσική τεχνολογία. Εγώ θα ήθελα να σπουδάσει στο μουσικών σπουδών, αλλά λέει ότι δε θα πιάσει τόσα μόρια.
Ο Αναστάσης ο μικρός, πάει έκτη δημοτικού. Του αρέσει να παίζει μπάλα και να κάνει σκετσάκια στις κούνιες για τα άλλα παιδιά. Τον έχω δει πολλές φορές να μιμείται διάσημους και έχω ενθουσιαστεί. Μου χει παίξει τον Λαζόπουλο, τον Κόπερφιλντ και τη Λάσκαρη. Είναι ζουζούνι. Όταν μιλάει φτύνει και λίγο αλλά αυτό τον κάνει ακόμα πιο αγαπητό. Τον Αναστάση τον θαυμάζω. Έχει και λίγο ψευδή φωνή, μπάσα. Ο Αναστάσης ξέχασε χτες έξω το ποδήλατο του και χτύπησα το κουδούνι για να το πάρει μέσα. Με αντάμειψε παίζοντας μου όλο το σκετσάκι του Μιλτιάδη απο το "Είσαι το ταίρι μου". Αυτό που τραγουδούσε στα αρχαία ελληνικά. Ο Αναστάσης έχει κατάξανθο μαλλί σαν το άχυρο ίσιο και καμιά φορά η φράντζα πέφτει στα μάτια του και την φυσάει σαν την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Η κυρία Ευτυχία με κερνάει πάντα γλυκά. Φτιάχνει υπέροχο χαλβά και αμυγδαλωτά αλλά δεν πετυχαίνει το σάμαλι. Του βάζει πολύ σιρόπι και δεν μπορείς να το κόψεις. Είναι καστανή με πολύ ανοιχτά μπλέ μάτια και παχουλή με ανοιχτή περιφέρεια. Φοράει συνήθως φουστάνια με λουλούδια και ζώνη. Δε φοράει ποτέ τακούνια και δεν οδηγάει. Πηγαίνει στη λαική με τα πόδια και όλοι την συμπαθούν γιατί έχει ένα γέλιο κελαρυστό και λεπτό σαν τις ψιλές νότες του βιολιού. Η κυρία Ευτυχία δεν έχει πια ευτυχία.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ο Φάνης, ο Γρηγόρης και ο Αναστάσης έφυγαν. Ένα φορτηγό ήρθε και φόρτωσε τα πραγματα τους. Δεν πρόλαβα ούτε να τους χαιρετήσω. Ο Γρηγόρης έδωσε στην κυρα Φιλιώ μια χειρόγραφη παρτιτούρα να μου τη δώσει. Κανένας δεν ξέρει που πήγαν και έμαθα ότι στο σπίτι έμεινε μόνο ο πολυέλαιος.