Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Απόψυξη


"Οι πιο ευτυχισμένες μέρες είναι εκείνες που δεν προλαβαίνεις να συνειδητοποιήσεις τη δυστυχία σου". Έτσι της είχε πει κάποτε ενας περαστικός που πουλούσε κουλούρια. Κι αυτή πήρε ένα με σουσάμι, το έσφιξε γερά, άφησε ένα κέρμα, έφυγε και δεν απάντησε. Και ήταν όντως ευτυχισμένη γιατί δεν είχε προλάβει να επεξεργαστεί αυτή τη φράση.
Κάθε μέρα ήταν χαμένη μέσα σε βιβλία, και κάθε βράδυ έβγαινε και μεθούσε. Κανένα διάλειμμα σε αυτή τη ρουτίνα. Κανένα σημάδι αυθόρμητης ζωής, έξω απο το πρόγραμμα το καθημερινό. Μέχρι εκείνη τη μέρα. Καθισμένη στο συντριβάνι, παρέα με το κουλούρι. Μια γνωστή φυσιογνωμία την πλησίασε. Πόσο γνωστή, πόσο παλιά, πόσο αισθαντικά διφορούμενη μέσα της.
Είναι εκείνοι βέβαια που σου αφήνουν σημάδι. Αυτοί που έχουν την τάση να κινούνται στα δύο άκρα. Της έλλειψης και της υπερβολής. Πάλι αναδρομή στα βιβλία, τι απαίσια τάση.
Όσες φορές όμως κι αν είχε επεξεργαστεί κάτι στο μυαλό της, το είχε δει σαν πιθανότητα, το είχε χωνέψει σαν δυνατότητα, η πραγματικότητα είχε αυτή την υπέροχη τάση να σου αναιρεί ότι κι αν έχεις φτιάξει με το κεφάλι σου. Την πλησίασε. Διστακτικά στην αρχή, μετά φιλικά, τελικά εξομολογητικά.
Ποιό το νόημα όλων αυτών; Και ποιόν χρειάζομαι;
Του χάρισε το κουλούρι μαζί με το λόγο του πλανόδιου μικροπωλητή και έφυγε χαμογελώντας.
Ποιός ο λόγος της απόψυξης του παρελθόντος αν ξέρεις ότι θα σαπίσει αν δεν καταναλωθεί αμέσως;
Άφησε το τουλάχιστον στο πάγο, να ξέρεις ότι έχεις απόθεμα σε ώρες πείνας.
Κι ας μην πεινάσεις ποτέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου