Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

Μια τελευταία παράκληση

Ω Θεέ μου...(Αλήθεια υπάρχεις;)
(Επίσης: αλήθεια με ακους; Ή είναι όλα μια ανούσια ικεσία; Απο αυτές που κάνουν οι απελπισμένοι;)
Πότε θα πάψουν να είναι όλα έτσι, πότε θα σταματήσει να ραγίζει καθημερινά η καρδιά μου δισεκατομύρια κομμάτια, και πριν προλάβω να τα μαζέψω να ξανασκορπάνε;
Με πλημμυρίζει αυτός ο ανείπωτος πόνος, που δεν ξεχνιέται με δάκρυα, που σε ηλεκτρίζει μόνο με ένα βλέμμα. Και τι να πεις; Τον βλέπεις μπροστά σου, γύρω σου και τι να πεις Θεέ μου; (Τώρα θέλω πραγματικά να πιστέψω πως υπάρχεις, θέλω μόνο το ανούσιο παρακάλι μου να μπορεί να απευθύνεται σε ενα πρόσωπο)
Μα δεν είναι όλα ψυχώσεις και εμμονές. Είναι λευκό. Και λιβάνι. Και ψαλμοί. Τίποτα.
Και μια φωτογραφία ακουμπησμένη έξω απο το ιερό με το τεράστιο χαμόγελο. Το ατέλειωτο και το ανεκπλήρωτο. Και δίπλα μου ακριβώς ο πόνος. Πώς να μη σε διαπεράσει Θεέ μου; Που έχτισες το κάστρο σου για τόσους κι όμως αφήνεις τους καλούς απο έξω. Και ενα πλάκωμα βαρύ. Προσπαθώ να αναπνεύσω και δεν μου φτάνει ο αέρας που έπλασες. Προσπαθώ να δώ κι ο λαμπερός σου ήλιος με τυφλώνει. Τα πάντα εν σοφία εποίησες... Κι έμεινα να τα κοιτάζω ενδεής.
Χωρίς να μπορώ να ζήσω, Θεέ μου. Μου έχεις κόψει όλα μου τα φτερά, γιατί παλιότερα πετούσα. Και μάλιστα τόσο ψηλά που με ζηλεύαν όλοι. Και τώρα έχω γίνει ενα περιστέρι πάνω στα κυπαρρίσια, ένα φάντασμα.
Για αυτό το άσπρο μαρμάρινο παραλληλόγραμο με το μεγάλο χαμόγελο.
Τα δέντρα που φύτεψαν με περισσή φροντίδα στο πλάι.
Τα χαμηλωμένα δάκρυα και τα βλέμματα.
Και το παράπονο μαζί με το ζεστό χέρι της μαμάς "Μου λείπει, κορίτσια"

Είναι το τελευταίο γράμμα μου Θεέ μου. Υπάρχεις και δεν ξαναμιλώ. Ανοίγω τα φτερά μου και πετάω. Για δες με. Χρυσά φτερά ψηλά στο φώς, κι εγώ κέρινη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου