Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009

Στην καμπίνα της Ιπποδάμου

Αυτή η μέρα ξημερώνει με τον ίδιο ήλιο, μόνο που μου φαίνεται λίγο πιο φωτεινός. Μόνο λιγάκι.
Και ανοίγω και τα μάτια μετά απο δεκατρείς ώρες σε λήθαργο.
Μπέρδεψα τον ύπνο με το θάνατο.
Ανενόχλητη σήμερα, και απερίσπατη.
Ευτυχώς.

Ο Παύλος με καλημερίζει, και κάνει και παράπονο που δεν πήγα νωρίς να πιούμε τον καφέ μας.
Ας τον πιούμε αλλού, δεν χανόμαστε, του απαντάω.
Και εκείνος θα αδειάσει το 617.
Μοναχικός όπως ήρθε.
Δυστυχώς.



Μέσα στην τρέλα μου και την τρεχάλα μου,
σε ξέχασα, μικρή μου λαχτάρα.
Μα δεν σε έσβησα. Μη θαρρείς.
Και δε με νοιάζει που όταν σε ρώτησα:
"Θα σε πείραζε να σε ερωτευθώ;"
μου κούνησες αρνητικά το κεφάλι.

Κάτι ερωτήσεις που κάνω κι εγώ, καιρούς
με καιρούς. Και απορώ.
Σε μέρες που οι αυθεντικοί άνθρωποι
φεύγουν για ψηλά. Τι κάνω εγώ;
Που ψάχνω για διαμάντια στα σκουπίδια;
Μια ρακοσυλλέκτρια παριστάνω.
Μια πεταμένη της ζωής μου.

Σε σκέφτομαι συχνά,
τόσο συχνά που με ανησυχώ.
Και τα βράδια συνεχίζω να μην κοιμάμαι.
Μήπως έρθεις και θέλεις να με φιλήσεις πάλι.
Υγρά.
Μα εσύ μεταμφιέζεσαι.

"Πέτα τα πέπλα ρε πουλάκι μου! Λυτρώσου! Καλύτερα "λουλού στο σύρμα", παρά μίζερος και καταπιεσμένος. Ευτυχής όποιος γεύεται την κάθε επιθυμία του..."
όπως πολύ σωστά ξεστόμισε και μια τσίφτισσα,
μπριόζα και αυθεντική, της περασμένης -πια- εποχής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου